κι αφού σκοτώνουν στ' όνομα μου
πες αναβάλλεται η γιορτή
πάω να ξαπλώσω στα καρφιά μου"
Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
Αρ. Πρωτ. 7922
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Σήμερα 19 Νοεμβρίου 2007, ο Πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, Δημήτριος Γουργουράκης υπέβαλε προς τον κ. Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων, και τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης την παραίτησή του από της θέσεώς του. Το κείμενο της παραίτησης έχει ως εξής:
Αθήνα, 19 Νοεμβρίου 2007
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, της οποίας έχω την τιμή να προΐσταμαι, έχει εκδώσει την 58/2005 απόφασή της, με την οποία επέτρεψε τη λειτουργία του συστήματος κλειστού κυκλώματος τηλεοράσεως C 4 I (293 μηχανήματα λήψης και καταγραφής εικόνας) και 49 μηχανημάτων που προϋπήρχαν, αποκλειστικώς για τη διαχείριση της κυκλοφορίας υπό προϋποθέσεις για τους λόγους που αναφέρονται εκτενώς στην αιτιολογία της.
Ειδικότερα τονίζεται ότι απαγορεύεται η χρήση του συστήματος αυτού, που είναι εγκατεστημένο στο οδικό δίκτυο του νομού Αττικής, και η χρησιμοποίηση των δεδομένων που συλλαμβάνονται μέσω αυτού και καταγράφονται για οποιοδήποτε άλλο λόγο εκτός της διαπίστωσης παραβατικών πράξεων κατά τη νόμιμη και σύμφωνα με τους όρους της αποφάσεως λειτουργίας του συστήματος. Απαγορεύεται όμως ρητώς η λειτουργία των καμερών που είναι εγκατεστημένες σε διασταυρώσεις ή οδικούς άξονες όταν σε αυτούς έχει διακοπεί η κυκλοφορία των οχημάτων, όπως κατά τη διάρκεια εκδηλώσεων, διαδηλώσεων κλπ. Κατά της απόφασης αυτής ο Υπουργός Δημόσιας Τάξεως άσκησε κατά το νόμο αίτηση ακυρώσεως η οποία συζητήθηκε την 12-01-2007 και έκτοτε εκκρεμεί ενώπιον της ολομέλειας του ΣτΕ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εισήγηση του συμβουλίου που έχει ήδη διατυπωθεί είναι απορριπτική της αιτήσεως. Εξάλλου με απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του ΣτΕ απορρίφθηκε η σχετική αίτηση καθόσον με αυτή είχε συζητηθεί η αναστολή της απαγόρευσης λειτουργίας των καμερών. Προσφάτως και κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας αυτής εκδόθηκε, μετά από ερώτημα που υπέβαλε το Αρχηγείο της Αστυνομίας η 14/2007 γνωμοδότηση του κ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου με την οποία επιτρέπεται η υπό την εποπτεία Εισαγγελικού λειτουργού λειτουργία του συστήματος κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης που προαναφέρθηκε σε κάθε περίπτωση, ακόμη και όταν δεν υπάρχει ή έχει απαγορευθεί η κυκλοφορία οχημάτων και κατά τη διάρκεια, δηλαδή, συγκεντρώσεων, διαδηλώσεων κλπ. χωρίς, πάντως, να καταγράφονται οι εικόνες που λαμβάνονται, παρά μόνο αν τελούνται αξιόποινες πράξεις. Η Αρχή μόνη κατά το Σύνταγμα αρμόδια να κρίνει το ζήτημα, σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, ενόψει του θέματος που ανέκυψε, γνωστοποίησε, με δελτίο τύπου που εξέδωσε, το αυτονόητο ότι η απόφασή της, αφού δεν έχει ακυρωθεί από το αποκλειστικά προς τούτο αρμόδιο Συμβούλιο της Επικρατείας, έχει το τεκμήριο της νομιμότητας και είναι, επομένως, απόλυτα ισχυρή και δεσμευτική, η παραβίαση δε των διατάξεών της συνεπάγεται τις προβλεπόμενες από το νόμο 2472/1997 διοικητικές κυρώσεις. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, έχει ήδη επιβληθεί στο Υπουργείο Δημοσίας Τάξης δύο φορές η διοικητική κύρωση του προστίμου. Παρά τη σαφή, κατηγορηματική και μόνη κατά το Σύνταγμα θεμιτή αντιμετώπιση του προβλήματος από την Αρχή, το σύστημα που προαναφέρθηκε λειτούργησε με εισαγγελική εντολή. Έτσι, υπό την εποπτεία εισαγγελέων, λαμβάνονταν εικόνες από τις συγκεντρώσεις και την πορεία που έγιναν την 17-11-2007, επέτειο της αντίστασης των φοιτητών στο Πολυτεχνείο κατά τη διάρκεια των οποίων η κυκλοφορία των οχημάτων στην περιοχή των εκδηλώσεων είχε απαγορευθεί. Το γεγονός αυτό διαπιστώθηκε και από τους ελεγκτές της Αρχής που κατόπιν έγγραφης εντολής μετέβησαν στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής για τον σχετικό έλεγχο, που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 19 § 1 η' του νόμου 2472/1997, όπως προκύπτει από την έκθεση που έχουν συντάξει. Με τον τρόπο όμως αυτό παραβιάστηκαν ευθέως οι διατάξεις της Αρχή που έχουν προαναφερθεί και εκ των πραγμάτων πλήττεται, κατά τη γνώμη μου, η συνταγματικώς κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της και μειώνεται το κύρος της, το οποίο έχω, ως εκ της θέσεώς μου, υποχρέωση να υπερασπίζομαι και να προστατεύω. Το χρέος αυτό είναι πρόδηλο ότι δεν μπορώ να εκπληρώσω όταν αποδυναμώνονται οι αποφάσεις της. Επομένως και δοθέντος ότι δεν υπάρχει άλλος νόμιμος τρόπος αντίδρασης υποβάλω σε εκδήλωση διαμαρτυρίας την παραίτησή μου από τη θέση του Προέδρου της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, που η πολιτεία μου εμπιστεύτηκε.
Με ιδιαίτερη προς το πρόσωπό σας
εκτίμηση και τιμή.
Δημήτριος Γουργουράκης
ε.τ Αντιπρόεδρος. Αρείου Πάγου
Την παραίτησή του επίσης υπέβαλε και ο Αναπληρωτής Πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κ. Χρήστος Παληοκώστας, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:
Προς
Τον κ. Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων και
Τον κ. Πρόεδρο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
Αθήνα 19-11-2007
Συμμεριζόμενος ανεπιφύλακτα τους αναφερόμενους στο κείμενο της παραιτήσεως του Προέδρου της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα λόγους, στους οποίους και αναφέρομαι προς αποφυγήν περιττών επαναλήψεων, υποβάλλω την παραίτησή μου από τη θέση μου ως Αναπληρωτή Προέδρου της Αρχής.
Χρήστος Παληοκώστας Αναπληρωτής Πρόεδρος της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, Τέως Αρεοπαγίτης
Τέλος τις παραιτήσεις τους υπέβαλαν τα τακτικά μέλη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Φίλιππος Δωρής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Νικόλαος Φραγκάκης Δικηγόρος και τα αναπληρωματικά μέλη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Γραμματή Πάντζιου Καθηγήτρια ΤΕΙ Αθηνών και Χρήστος Πολίτης Δικηγόρος. Το κείμενο της παραίτησης των οποίων έχει ως εξής:
Αθήνα 19 Νοεμβρίου 2007
Προς τον κ. Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων
και τον κ. Πρόεδρο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
Θεωρώντας χρέος μας τη διαφύλαξη της ανεξαρτησίας και του κύρους της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, υποβάλλουμε την παραίτησή μας, συμμεριζόμενοι πλήρως το σκεπτικό της παραίτησης του Πρόεδρου της Αρχής. Με τη στηριζόμενη στη γνωμοδότηση του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου παραβίαση από την Αστυνομία της απόφασης της Αρχής για τους όρους λειτουργίας των καμερών σε δημόσιους χώρους την 17 η Νοεμβρίου 2007, πλήττεται η Αρχή στο θεσμικό της ρόλο, και μάλιστα κατά τρόπον αντίθετο και προς το περιεχόμενο της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, που είχε απορρίψει την αίτηση αναστολής της λειτουργίας των καμερών. Με τέτοιες παραβιάσεις θεωρούμε ότι η Αρχή δεν μπορεί να επιτελέσει το έργο που της έχει ανατεθεί από το Σύνταγμα, το οποίο συνίσταται στην αποτελεσματική προστασία των ατομικών δικαιωμάτων του πολίτη, μεταξύ των οποίων και εκείνου της κατά το Άρθρο 11 του Συντάγματος ελευθερίας των συναθροίσεων.
Φίλιππος Δωρής, τακτικό μέλος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Νίκος Φραγκάκης, τακτικό μέλος της Αρχής δικηγόρος
Γραμματή Πάντζιου, αναπλ. μέλος της Αρχής καθηγήτρια ΤΕΙ Αθηνών
Χρήστος Πολίτης, αναπλ. μέλος της Αρχής δικηγόρος
Τις ημέρες που πέρασαν το νησί μας βρέθηκε στο επίκεντρο της Ελληνικής δημοσιότητας λόγω του φαινόμενου της αυξημένης εγκληματικότητας στον επάνω Μυλοπόταμο και στα Ζωνιανά. Για το θέμα μίλησαν πολλοί που δεν ήξεραν και δεν μίλησαν πολλοί που ήξεραν. Κατά τη γνώμη μου, μια από τις τοποθετήσεις που ξεχώρισαν για την επιδερμικότητα τους ήταν και αυτή του κ. Ν. Κακαλαμάνη. Ο Δήμαρχος Αθηναίων και πρόεδρος της ΚΕΔΚΕ συνέδεσε την εγκληματικότητα στα Ζωνιανά με την τροπολογία για την επανασύσταση της Κοινότητας Ζωνιανών που ψηφίστηκε από τη Βουλή τον Μάρτιο του 2006. Ανέφερε ότι η ΚΕΔΚΕ ήταν αντίθετη στην συγκεκριμένη τροπολογία και έκανε γνωστό ότι «η ΚΕΔΚΕ ενόψει του Καποδίστρια 2 δεν θα αποδεχτεί παρόμοιες αποφάσεις υπό την πίεση ολιγάριθμων ομάδων και μικροκομματικών σκοπιμοτήτων». Η τοποθέτηση του κ. Κακλαμάνη είναι από πολλές πλευρές αμφισβητήσιμη. Κι΄αυτό γιατί:
1. Η αυξημένη εγκληματικότητα δεν αποτελεί φαινόμενο που εμφανίστηκε στα Ζωνιανά από το Μάρτιο του 2006 και μετά. Πρόκειται για μια κατάσταση που υφίσταται εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια και ουδέποτε άλλαξε ανάλογα με την αυτοδιοικητική ένταξη του χωριού.
2. Το φαινόμενο βέβαια δεν αφορά μόνο τα Ζωνιανά αλλά και τα άλλα χωριά του Μυλοποτάμου (Λειβάδια, Αξός, Ανώγεια κλπ) που ανήκουν στους Καποδιστριακούς Δήμους Κουλούκωνα και Περάματος και στο Δήμο Ανωγείων. Όμως οι Καποδιστριακοί δήμοι στάθηκαν και αυτοί ανίκανοι να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.
3. Το πρόβλημα της εγκληματικότητας σαφώς και δεν μπορεί να αφήνει αδιάφορη την τοπική αυτοδιοίκηση, όμως αντικειμενικά οι δήμοι και οι Κοινότητες έχουν περιορισμένες δυνατότητες παρέμβασης στο θέμα αυτό, πέρα από την υποβολή αιτημάτων για αστυνόμευση και επιβολή των νομίμων μέτρων. Αυτό άλλωστε λογικά θα έπρεπε να το γνωρίζει ο κ. Κακλαμάνης αφού στο Δήμο Αθηναίων υπάρχουν αντίστοιχα φαινόμενα, με την ύπαρξη του εγκληματικού «παρακράτους» της Ομόνοιας, που διακινεί από ναρκωτικά μέχρι λαθρομετανάστες.
4. Η συγκεκριμένη τροπολογία για την οποία μίλησε ο κ. Κακλαμάνης ψηφίστηκε το Μάρτιο του 2006 ομόφωνα στη Βουλή, από ΝΔ, ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, ενώ μόνο το ΠΑΣΟΚ διαφώνησε και αποχώρησε. Τότε ο κ. Κακλαμάνης ήταν βουλευτής και υπουργός της Νέας Δημοκρατίας και δεν εξέφρασε την αντίρρηση του.
5. Η σημερινή τοποθέτηση του κ. Κακλαμάνη γίνεται ερήμην του οργάνου και των φορέων που εκπροσωπεί (Δ.Σ. ΚΕΔΚΕ, δήμοι και κοινότητες της χώρας) και πριν από το συνέδριο της Ένωσης. Προφανώς, λόγω του μεγέθους του Δήμου του, αγνοεί ότι οι τοπικές κοινωνίες που τις ονομάζει ολιγάριθμες ομάδες που εξυπηρετούν μικροκομματικές σκοπιμότητες αποτελούν το βασικό κύτταρο της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Η τοποθέτηση του προέδρου της ΚΕΔΚΕ αποτελεί μια ξεκάθαρη προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης ενός πολύ σοβαρού θέματος, κάτι που δεν είναι συμβατό με το μέχρι σήμερα πολιτικό ήθος του κ. Κακλαμάνη. Δείχνει την αγωνία κάποιων να προσπαθήσουν μέσω του Καποδίστρια 2 να «καπελώσουν» ξανά τις τοπικές κοινωνίες και να επιβάλουν ένα ακόμα πιο συγκεντρωτικό μοντέλο διοίκησης που απέχει κατά πολύ από την πραγματική αυτοδιοίκηση. Το θέμα είναι πλέον πώς θα αντιδράσουν στα σχέδια αυτά οι τοπικές κοινωνίες και οι υφιστάμενοι δήμοι και κοινότητες.