Μέσα από τα συνεχή αδιέξοδα στα οποία έχει περιέλθει η οικονομία της χώρας μας, αναδεικνύεται το ερώτημα γιατί επιβαρύνθηκε τόσο η δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας και πώς αυξήθηκε τόσο το δημόσιο χρέος. Για το θέμα αυτό ο καθένας έχει η δική του ερμηνεία, αναλόγως τι τον βολεύει. Ευτυχώς όμως που υπάρχουν και οι αριθμοί. Τα στοιχεία της eurostat είναι αδιαμφισβήτητα και μελετώντας τα μπορούμε να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα.
Τη δεκαετία που μεσολάβησε μετά από την είσοδο της Ελλάδας στη Ζώνη του Ευρώ(2001-2010) , η χώρα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη.
Το ΑΕΠ κάθε χρόνο αυξανόταν (από 171 δισ ευρώ το 2001 πήγε στα 235 δισ το 2008) δίνοντας τη δυνατότητα να αυξηθούν παράλληλα τα δημόσια έσοδα΄ώστε να αποπληρωθεί ένα μεγάλο μέρος του δημόσιου χρέους.Αυτό δεν έγινε.
Όμως, ενώ το ΑΕΠ τη δεκαετία του 2000 στην Ελλάδα αυξανόταν , τα δημόσια έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνονταν, με αποτέλεσμα σε επίπεδο Ευρωζώνης η Ελλάδα να έχει από τα πιο χαμηλά ποσοστά δημόσιων εσόδων ως προς το ΑΕΠ, πολύ πιο κάτω από μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης . Στην Ελλάδα τα δημόσια έσοδα το 2010 ήταν 39.1% του ΑΕΠ, ενώ στο μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης ήταν 44.5% του ΑΕΠ (απόκλιση 7.2 μονάδες του ΑΕΠ).
Και βεβαίως τα δημόσια έσοδα στηρίχτηκαν και στηρίζονται κυρίως στους έμμεσους φόρους και όχι στην άμεση φορολογία εισοδήματος, η οποία προέρχεται σε κύρια βάση από τους μισθωτούς και όχι από τις επιχειρήσεις.
Όπως φαίνεται σε σχετικό πίνακα της eurostat, το ποσοστό δημόσιων εσόδων από άμεση φορολογία στην Ελλάδα είναι από τα χαμηλότερα όλων των χωρών της Ευρωζώνης. Στην Ελλάδα τα δημόσια έσοδα από άμεση φορολογία το 2010 αντιστοιχούσαν στο 7.6% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος στις χώρες της Ευρωζώνης ήταν στο 11.3%του ΑΕΠ
Το πολυθενικό και ντόπιο κεφάλαιο με διάφορους τρόπους καταφέρνει να εξασφαλίζει φοροαπαλλαγές και να μην πληρώνει την φορολογία που θα έπρεπε σε σχέση μετα κέρδη του. Γιατί μπορεί μεν οι φορολογικοί συντελεστές των μεγάλων επιχειρήσεων να είναι σχετικά ψηλοί στην Ελλάδα, όμως μέσω της απουσίας ελέγχων, μέσω των εικονικών τιμολογίων και μέσω διάφοροων φοροαπαλλαγών επιτυγνάνεται η ελλιπης καταβολή φόρων από τις μεγάλες επιχειρήσεις. Γι΄ αυτό ακριβώς ενώ το ΑΕΠ τη δεκαετία του 2000 ανέβαινε αλματωδώς δεν ανέβαιναν παράλληλα τα δημόσια έσοδα.
Όμως, πέρα από το σκέλος των δημόσιων εσόδων, υπάρχει και αυτό των δημόσιων δαπανών. Σύμφωνα με το σχετικό πίνακα της eurostat, η χώρα μας, τόσο το 2000, όσο και το 2010 είχε ποσοστό δημόσιων δαπανών σε σχέση με το ΑΕΠ αντίστοιχο με το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης: Στην Ελλάδα το 2010 οι δημόσιες δαπάνες αντιστοιχούσαν σύμφωνα με τα στοιχεία της eurostat στο 49.5% του ΑΕΠ και στο μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης ήταν στο 50.4% του ΑΕΠ.
Αυτό το στοιχείο από μόνο του καταρρίπτει το μύθο περί σπάταλου ελληνικού κράτους. Το ελληνικό κράτος μπορεί να είναι αναποτελεσματικό και δυσκήνιτο, δεν είναι όμως σπάταλο, τουλάχιστον δεν είναι περισσότερο σπάταλο από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης.
Υπάρχει ακόμα ένα στοιχείο από τις εκθέσεις της eurostat που καταρρίπτει το μύθο περί "ενός εκατομμύριου δημοσίων υπαλλήλων που φταίνε για το έλλειμμα και ταλαιπωρούν τα δέκα εκατομμύρια ελλήνων φορολογούμενων", όπως συκοφαντικά ισχυρίστηκε πρόσφατα ο νεοφιλελεύθερος υπουργός υγείας Ανδρ. Λοβέρδος.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της eurostat, το κόστος του ελληνικού δημοσίου για μισθούς αντιστοιχεί το 2010 στο 11.8% του ΑΕΠ, λίγο παραπάνω από το μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε. (11.0%) και πολύ πιο κάτω από χώρες όπως η Γαλλία (13.3%), η Κύπρος (15.1%), η Σουηδία (14.8%), η Δανία(19.1%), η Φιλανδία (14.4%) και η Μεγάλη Βρετανία (11.7%).
Αποδεικνύεται ξεκάθαρα από τους αριθμούς ότι το δημοσιονομικό πρόβλημα στην Ελλάδα δεν προκλήθηκε από υπερβολικές δαπάνες για μισθούς δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων (όπως ισχυρίζονται αόριστα και χωρίς στοιχεία κάποιοι), αλλά προκλήθηκε από τα μειωμένα φορολογικά έσοδα κυρίως από τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (εταιρίες).
Όμως για ακόμη μια φορά, άλλοι δημιούργησαν το πρόβλημα και άλλοι καλούνται να πληρώσουν!
Γιώργος Μανουσάκης
Πρόεδρος ΔΣ Συλλόγου Εργαζομένων Νοσοκομείου Αγίου Νικολάου
Στοιχεία από : Eurostat: Government finance statistics Summary tablesData 1996 - 2010 — 1/2011