6 Οκτ 2008

Το δράμα του σπηλαίου της Μιλάτου

Tο Φεβρουάριο του 1823, 2500 – 3000 γυναικόπαιδα από τη Βουλισμένη, τη Λατσίδα και τη Μίλατο, μαζί με 150 οπλοφόρους, για να αποφύγουν το γιαταγάνι του Χασάν Πασά, που είχε περάσει από φωτιά και σίδερο το Λασίθι, ήλθαν στο σπήλαιο αυτό για να σωθούν.

«ο σπήλιος είν’ απόκεντρος, δεν θα τον βρουν οι Τούρκοι,
αλλά και να τον εύρουνε δεν θα τονε πατήσουν,
γιατί θα μπούνε μες σ’ αυτόν εξήντα παλικάρια,
που με την μπάλα ημπορούν την τρίχα να μοιράσουν.»
(Διαλυνά, Άπαντα, Χανιά 1927, σ. 165)Όμως, κάποιος Τούρκος από τη Βουλισμένη, ο Τερζαλής ή Ντερές, που καταγόταν από τους εξωμότες Βενετσάνους Δραγανίγους, το πληροφορήθηκε και ειδοποίησε τον Χασάν Πασά. Αυτός έστειλε τον γαμπρό του Μωχάμετ Αλή Χουσεϊν Μπέη με 5000 στρατιώτες για να τους πιάσει ζωντανούς. Οι καπετάνιοι του Μεραμπέλλου που είχαν δικούς τους μέσα στο σπήλαιο, άρχισαν τον κλεφτοπόλεμο, και παρόλο που τα πολεμοφόδια τους ήταν ελάχιστα, έκαναν μεγάλη ζημιά στους Τούρκους. Μα κι εκείνοι που ήταν μέσα στο σπήλαιο του κτυπούσαν και σκότωσαν αρκετούς.Έτσι η πολιορκία του σπηλαίου μάκραινε πολύ και σκοτώθηκαν πολλοί Τούρκοι. Τα τρόφιμα και το νερό, που ήταν στερνιασμένο στο βάθος του σπηλαίο, λιγόστευαν. Η πείνα και η δίψα άρχισε να βασανίζει τρομερά τους πολιορκούμενους. Άρχισαν να πεθαίνουν οι πιο γέροι. Στο μεταξύ γεννούνταν και άλλοι. Μέσα στο σπήλαιο γεννήθηκαν 40 παιδιά τις μέρες της πολιορκίας.
Οι Τούρκοι ‘φεραν κανόνια και κτυπούσαν στο στόμιο του σπηλαίου από το απέναντι ύψωμα. Για να σταματούν τα βόλια των κανονιών οι πολιορκούμενοι έβαζαν στο στόμιο τα στρώματα και τα παπλώματα τους. Οι Τούρκοι τους καλούσαν να παραδοθούν, κάνοντας τους όρκους, πως δεν θα τους πειράξουν. Μα οι Χριστιανοί δεν πίστευαν τους όρκους των. Περίμεναν τους δικούς τους καπετάνιους να τους σώσουν. Πραγματικά οι Καπετάνιοι του Μεραμπέλλου και του Λασιθιού, αλλά και της Δυτικής Κρήτης, με 2500 άνδρες ήλθαν να βοηθήσουν. Μα ο Χασάν Πασάς είχε πολυάριθμο στρατό, 16000 άνδρες, κανόνια και άφθονα πολεμοφόδια και τροφές.

«Μ΄ ασκέρια μόνο τακτικά, τριανταδυό χιλιάδες,
Με χώρις τους Γενίτσαρους και τους εντόπιους Τούρκους,
Τραβά κανόνια εκατό κι άμετρους τσεπανέδες.»
(Διαλυνά, Άπαντα, Χανιά 1927, σ. 157)

Άνισος αγώνας. Οι πιο πολλοί οπλοφόροι του σπηλαίου κατόρθωσαν κι΄ έφυγαν μια νύκτα, για να ενωθούν με τους άλλους επαναστάτες.

Η πολιορκία κράτησε εικοσιδύο ημέρες. Στην πείνα και στην δίψα των πολιορκούμενων προστέθηκε και η δυσωδία των νεκρών. Οι Τούρκοι, για να αναγκάσουν τους έγκλειστους να βγουν άναψαν φωτιά στην είσοδο του σπηλαίου, με αποτέλεσμα να γεμίσει από καπνούς. Δημιουργήθηκε αποπνικτική ατμόσφαιρα και οι πολιορκούμενοι αναγκάστηκαν σε έξοδο.
Άρχισαν να βγαίνουν από το σπήλαιο πρώτα οι οπλοφόροι. Μόλις βγήκαν ξέχασε τους όρκους του ο Χουσεϊν και διατάσσει: μαχαίρι στους γκιαούρηδες. Τα 30 παλικάρια που πρωτοβγήκαν σφάζονται μπρος στα μάτια των γυναικόπαιδων, που τα έχασαν και άρχισαν να τρέχουν εδώ και εκεί «σαν πουλιά κυνηγημένα από το λούπη». Οι Τούρκοι τα μάζεψαν και άρχισαν να τα δένουν. Τα α κορίτσια και τις νέες γυναίκες τις έδεναν μεταξύ τους τη μια με την άλλη με τις πλεξούδες τους. Τους άλλους τους έδεναν με σκοινιά και αλυσίδες, τον ένα πίσω από τον άλλο και τους οδηγούσαν προς την τοποθεσία «Αγόροι». Από εκεί τους πήγαν στο καινούριο χωριό, Ο Χουσεϊν χάρισε την πιο όμορφη σκλάβα στον πασά.

Ο πασάς διέταξε και χώρισαν τους γέρους, 500, και τους οδήγησαν στην τοποθεσία «Γραμπέλλες», όπου επέλασε το ιππικό του και τους ποδοπάτησαν τα άλογα όλους. Έπειτα έκοψαν τα κεφάλια τους και τα έκαμαν πυραμίδα σ΄ ένα αλώνι. Με τους αιχμαλώτους ήταν και 18 παπάδες, που άλλους σκότωσαν και άλλους έκαψαν ζωντανούς, αφού πρώτα τους έκοψαν τα 3 δάκτυλα με τα οποία έκαναν το σταυρό τους. Τα βρέφη τα έσφαξαν και τις μανάδες πούλησαν σκλάβες. Αυτό ήταν το τέλος του δράματος του σπηλαίου της Μιλάτου.Τα εγκλήματα που διέπραξε ο Χασάν Πασάς στους έγκλειστους του σπηλαίου, τα πλήρωσε, ύστερα από μερικές μέρες. Φεύγοντας από τη Μίλατο στρατοπέδευσε στο Καστέλι πεδιάδας, σχεδιάζοντας να προχωρήσει στη Μεσαρά. Αλλά βγήκε για σεργιάνι στον κάμπο του Καστελίου και αφηνίασε το άλογό του και τον έριξε κάτω. Η πτώση ήταν τέτοια που δεν πρόφτασε να πει ούτε λέξη. Τον έθαψαν στον περίβολο του Αγίου Τίτου στο Ηράκλειο.

Μέσα στο σπήλαιο κτίστηκε το 1937 ναϊδιο αφιερωμένο στον Άγιο Θωμά και μνημείο με κάποια από τα οστά των πεσόντων και κάθε χρόνο εορτάζεται η επέτειος του δράματος την Κυριακή του Θωμά και ψάλεται επιμνημόσυνη δέηση στη μνήμη των νεκρών.

Βιβλιογραφία:
«Η Κρήτη», Στέργιου Σπανάκη,
«Απομνημονεύματα του περί της αυτονομίας της Ελλάδος πολέμου των Κρητών», Κ. Κριτοβουλίδη,
«Ιστορία της Κρήτης», Ι. Μουρέλλου.